Ο φθόνος είναι, νομίζω, ένα από τα πιο βαθιά ριζωμένα στον άνθρωπο πάθη. Το βρίσκουμε συχνά στα βρέφη κάτω του ενός έτους, και πρέπει ν’ αντιμετωπίζεται με πολύ λεπτότητα και τρυφερότητα από τους παιδαγωγούς. Η παραμικρή ένδειξη εύνοιας προς ένα παιδί σε βάρος άλλου, παρατηρείται και γεννάει μνησικακίες. Απόλυτη αμεροληψία πρέπει να τηρεί όποιος έχει να κάνει με παιδιά. Το συναίσθημα είναι τόσο πολύ ισχυρό στο παιδί, όσο στους μεγάλους.
Ο φθόνος παίζει σημαντικό ρόλο στις περισσότερες ευυπόληπτες γυναίκες. Αν στον υπόγειο σιδηρόδρομο δείτε να μπαίνει στο βαγόνι σας μια κομψοντυμένη γυναίκα, προσέξτε τα βλέμματα των άλλων γυναικών. Θα δείτε πως όλες τους, εκτός ίσως από κείνες που ’ναι ακόμα πιο κομψοντυμένες, θα την κοιτάξουν με κακία και θα κάμουν το καθετί για να βγάλουν συμπεράσματα ταπεινωτικά για το άτομό της. Η αγάπη του σκανδάλου είναι μια εκδήλωση αυτής της γενικής μοχθηρίας: κάθε ιστορία που θα βγει σε βάρος μιας άλλης γυναίκας θα γίνει αμέσως πιστευτή, όσο λίγες αποδείξεις κι αν υπάρχουν. Μια πολύ αυστηρή ηθική χρησιμοποιείται για τους ίδιους σκοπούς: εκείνοι που είχαν την ευκαιρία να αμαρτήσουν σε βάρος της γεννούν το φθόνο και θεωρείται τίμιο να τους τιμωρήσει κανείς γι’ αυτό τους το αμάρτημα.
Το ίδιο μπορεί να παρατηρηθεί και στους άντρες, αλλά με τη διαφορά πως οι γυναίκες θεωρούν όλες τις άλλες γυναίκες ως ανταγωνίστριες, ενώ, γενικά, οι άνδρες δεν υιοθετούν αυτή τη στάση παρά μονάχα απέναντι σε κείνους που έχουν το ίδιο επάγγελμα. Σου έτυχε ποτέ, αναγνώστη μου, να κάνεις την απρονοησία να εγκωμιάσεις το έργο ενός καλλιτέχνη μπροστά σε άλλον καλλιτέχνη; Είπες ποτέ καλά λόγια για έναν πολιτικό, μπροστά σε άλλον πολιτικό του ίδιου κόμματος; Παινέψατε ποτέ έναν αιγυπτιολόγο μπροστά σε άλλον αιγυπτιολόγο; Αν ναι, τότε στις ενενήντα εννιά περιπτώσεις μέσα στις εκατό θα έχετε προκαλέσει έκρηξη ζήλιας. Στην αλληλογραφία του Λάιμπνιτς με το Χόυγκενς, υπάρχουν γράμματα που θρηνούν για την υποτιθέμενη ψυχοπάθεια του Νεύτωνα: «Δεν είναι θλιβερό, γράφουν, η ασύγκριτη μεγαλοφυΐα του Νεύτωνα να σκοτισθεί από την παραφροσύνη;». Και οι δύο αυτοί μεγάλοι άνθρωποι, μέσα στα πολυάριθμα γράμματά τους χύνουν κροκοδείλια δάκρυα με μιαν ολοφάνερη ευχαρίστηση. Στην πραγματικότητα, το κακό για το οποίο θρηνούν δε συνέβη, αλλά μονάχα οι εκκεντρικότητες του Νεύτωνα δώσανε λαβή σε τέτοιες φήμες.
Από όλα τα χαρακτηριστικά της ανθρώπινης φύσης, ο φθόνος είναι το πιο βασανιστικό. Ο φθονερός όχι μόνο θέλει να προκαλέσει τη δυστυχία και το κάνει κάθε φορά που το μπορεί ατιμώρητα, αλλά και ο ίδιος γίνεται δυστυχής με το φθόνο του. Αντί ν’ αντλεί χαρά από κείνο που έχει, αντλεί πόνο από κείνο που έχουν οι άλλοι. Αν μπορεί, στερεί τους άλλους από τα πλεονεκτήματά τους, πράγμα που του είναι τόσο επιθυμητό, όσο το να εξασφαλίσει ο ίδιος αυτά τα πλεονεκτήματα. Αν δώσει ελεύθερη διέξοδο στο πάθος του, γίνεται ολέθριο σε κάθε σοβαρή προσπάθεια και εμποδίζει μια καλή εφαρμογή ενός γερού ταλέντου. Γιατί ο γιατρός να πηγαίνει στους αρρώστους του με αυτοκίνητο και ο εργάτης να πηγαίνει στη δουλειά του με τα πόδια; Γιατί ένας καθηγητής πανεπιστημίου να κάθεται σ’ ένα ζεστό σπίτι, όταν άλλοι άνθρωποι είναι απροστάτευτοι από τις κακοκαιρίες; Γιατί ένας άνθρωπος που κατέχει ένα σπάνιο ταλέντο, μεγάλης αξίας για τον κόσμο, να γλιτώνει από την αγγαρεία της καθημερινής σπιτικής δουλειάς; Στα ερωτήματα αυτά ο φθόνος δε βρίσκει καμιά απάντηση. Το καλό όμως είναι πως μέσα στην ανθρώπινη ψυχή υπάρχει ένα αντίρροπο πάθος: ο θαυμασμός. Εκείνοι που θέλουν ν’ αυξήσουν την ανθρώπινη ευτυχία πρέπει να επιζητούνε την αύξηση του θαυμασμού και την ελάττωση του φθόνου.
Τι φάρμακο υπάρχει για το φθόνο; Ο άγιος θα τον θεράπευε με την απάρνηση του εαυτού του, μολονότι ακόμα και ανάμεσα στους αγίους ο φθόνος για άλλους αγίους δεν είναι διόλου κάτι το αδύνατο. Δεν είμαι απόλυτα βέβαιος πως ο Άγιος Συμεών ο Στυλίτης, θα ένοιωθε μεγάλη χαρά μαθαίνοντας ότι ένας άλλος άγιος έμεινε περισσότερο καιρό επάνω σε πιο στενό στύλο. Αλλά αν αφήσουμε στην μπάντα τους αγίους, το μόνο αποτελεσματικό φάρμακο για τους συνηθισμένους άνδρες και γυναίκες είναι η ευτυχία. Και το κακό είναι ότι ο φθόνος αυτός καθαυτόν είναι ένα τρομερό εμπόδιο στην ευτυχία. Πιστεύω πως ο φθόνος αναπτύσσεται τεράστια από τις ατυχίες της παιδικής ηλικίας. Το παιδί που βλέπει έναν αδελφό του ή αδελφή του να τον προτιμάν απ’ αυτόν, αποκτά τη συνήθεια του φθόνου και όταν μεγαλώσει περιμένει καινούργιες αδικίες, που σαν έλθουν τις οσφραίνεται αμέσως και αν δεν έλθουν τις φαντάζεται. Ένας τέτοιος άνθρωπος είναι αναπόφευκτα δυστυχής και καταντάει αληθινή πληγή για τους φίλους του, που με όλη την καλή θέληση του κόσμου δεν μπορούν να του βγάλουν από το μυαλό ότι δεν έχουν καμιά προκατάληψη εναντίον του και καμιά διάθεση να τον πληγώσουν.
Έχοντας την έμμονη ιδέα πως κανείς δεν τον αγαπά, καταλήγει να δικαιώσει αυτή του την πεποίθηση με τη διαγωγή του. Ένα άλλο ατύχημα της παιδικής ηλικίας, που οδηγεί στο ίδιο αποτέλεσμα, είναι να έχει κανείς γονείς δίχως ίχνος τρυφερότητας. Ακόμα και δίχως να ’χει έναν αδελφό ή μια αδελφή άδικα ευνοούμενη από τους γονείς του, το παιδί που θα ιδεί πως άλλα παιδάκια αγαπιούνται περισσότερο από τους γονείς τους, θ’ αρχίσει να τα μισεί και αυτά και τους δικούς του γονείς και όταν μεγαλώσει θα νοιώθει σαν τον Ισμαήλ, γιο του Αβραάμ. Ορισμένα είδη ευτυχίας αποτελούν φυσικό δικαίωμα του κάθε ανθρώπου και εκείνος που θα τα στερηθεί δεν μπορεί παρά να γεμίσει από πίκρα και μνησικακία.
Μα ο φθονερός μπορεί ν’ απαντήσει: «Και τι μ’ ωφελεί που μου λέτε πως το φάρμακο του φθόνου είναι η ευτυχία; Εγώ δεν μπορώ να νοιώσω ευτυχία, όσο με τρώει ο φθόνος και σεις μου λέτε πως δε θα μπορέσω να πάψω να ’μαι φθονερός, όσο δε βρίσκω την ευτυχία». Μα η πραγματική ζωή έχει τη δική της λογική. Και μόνο να συνειδητοποιήσεις τις αιτίες του φθόνου, είναι ένα μεγάλο βήμα προς τη θεραπεία. Η συνήθεια να σκέπτεσαι με συγκρίσεις είναι ολέθρια. Κάθε γεγονός ευχάριστο πρέπει να το χαιρόμαστε στο ακέραιο, δίχως να σταματάμε για να σκεφθούμε ότι αυτή η ευχαρίστηση δεν είναι και τόσο μεγάλη, όσο εκείνη που μπορεί να χαίρεται κάποιος άλλος.
Για να βρει το δρόμο που θα τον έβγαζε απ’ αυτόν τον κόσμο της απελπισίας, ο άνθρωπος ο πολιτισμένος οφείλει να πλουτίσει την καρδιά του, όπως πλάτυνε το πνεύμα του. Οφείλει να μάθει να ξεπερνά τον εαυτό του και, κάνοντάς το να κατακτά την ελευθερία του σύμπαντος.
πηγη
Ο φθόνος παίζει σημαντικό ρόλο στις περισσότερες ευυπόληπτες γυναίκες. Αν στον υπόγειο σιδηρόδρομο δείτε να μπαίνει στο βαγόνι σας μια κομψοντυμένη γυναίκα, προσέξτε τα βλέμματα των άλλων γυναικών. Θα δείτε πως όλες τους, εκτός ίσως από κείνες που ’ναι ακόμα πιο κομψοντυμένες, θα την κοιτάξουν με κακία και θα κάμουν το καθετί για να βγάλουν συμπεράσματα ταπεινωτικά για το άτομό της. Η αγάπη του σκανδάλου είναι μια εκδήλωση αυτής της γενικής μοχθηρίας: κάθε ιστορία που θα βγει σε βάρος μιας άλλης γυναίκας θα γίνει αμέσως πιστευτή, όσο λίγες αποδείξεις κι αν υπάρχουν. Μια πολύ αυστηρή ηθική χρησιμοποιείται για τους ίδιους σκοπούς: εκείνοι που είχαν την ευκαιρία να αμαρτήσουν σε βάρος της γεννούν το φθόνο και θεωρείται τίμιο να τους τιμωρήσει κανείς γι’ αυτό τους το αμάρτημα.
Το ίδιο μπορεί να παρατηρηθεί και στους άντρες, αλλά με τη διαφορά πως οι γυναίκες θεωρούν όλες τις άλλες γυναίκες ως ανταγωνίστριες, ενώ, γενικά, οι άνδρες δεν υιοθετούν αυτή τη στάση παρά μονάχα απέναντι σε κείνους που έχουν το ίδιο επάγγελμα. Σου έτυχε ποτέ, αναγνώστη μου, να κάνεις την απρονοησία να εγκωμιάσεις το έργο ενός καλλιτέχνη μπροστά σε άλλον καλλιτέχνη; Είπες ποτέ καλά λόγια για έναν πολιτικό, μπροστά σε άλλον πολιτικό του ίδιου κόμματος; Παινέψατε ποτέ έναν αιγυπτιολόγο μπροστά σε άλλον αιγυπτιολόγο; Αν ναι, τότε στις ενενήντα εννιά περιπτώσεις μέσα στις εκατό θα έχετε προκαλέσει έκρηξη ζήλιας. Στην αλληλογραφία του Λάιμπνιτς με το Χόυγκενς, υπάρχουν γράμματα που θρηνούν για την υποτιθέμενη ψυχοπάθεια του Νεύτωνα: «Δεν είναι θλιβερό, γράφουν, η ασύγκριτη μεγαλοφυΐα του Νεύτωνα να σκοτισθεί από την παραφροσύνη;». Και οι δύο αυτοί μεγάλοι άνθρωποι, μέσα στα πολυάριθμα γράμματά τους χύνουν κροκοδείλια δάκρυα με μιαν ολοφάνερη ευχαρίστηση. Στην πραγματικότητα, το κακό για το οποίο θρηνούν δε συνέβη, αλλά μονάχα οι εκκεντρικότητες του Νεύτωνα δώσανε λαβή σε τέτοιες φήμες.
Από όλα τα χαρακτηριστικά της ανθρώπινης φύσης, ο φθόνος είναι το πιο βασανιστικό. Ο φθονερός όχι μόνο θέλει να προκαλέσει τη δυστυχία και το κάνει κάθε φορά που το μπορεί ατιμώρητα, αλλά και ο ίδιος γίνεται δυστυχής με το φθόνο του. Αντί ν’ αντλεί χαρά από κείνο που έχει, αντλεί πόνο από κείνο που έχουν οι άλλοι. Αν μπορεί, στερεί τους άλλους από τα πλεονεκτήματά τους, πράγμα που του είναι τόσο επιθυμητό, όσο το να εξασφαλίσει ο ίδιος αυτά τα πλεονεκτήματα. Αν δώσει ελεύθερη διέξοδο στο πάθος του, γίνεται ολέθριο σε κάθε σοβαρή προσπάθεια και εμποδίζει μια καλή εφαρμογή ενός γερού ταλέντου. Γιατί ο γιατρός να πηγαίνει στους αρρώστους του με αυτοκίνητο και ο εργάτης να πηγαίνει στη δουλειά του με τα πόδια; Γιατί ένας καθηγητής πανεπιστημίου να κάθεται σ’ ένα ζεστό σπίτι, όταν άλλοι άνθρωποι είναι απροστάτευτοι από τις κακοκαιρίες; Γιατί ένας άνθρωπος που κατέχει ένα σπάνιο ταλέντο, μεγάλης αξίας για τον κόσμο, να γλιτώνει από την αγγαρεία της καθημερινής σπιτικής δουλειάς; Στα ερωτήματα αυτά ο φθόνος δε βρίσκει καμιά απάντηση. Το καλό όμως είναι πως μέσα στην ανθρώπινη ψυχή υπάρχει ένα αντίρροπο πάθος: ο θαυμασμός. Εκείνοι που θέλουν ν’ αυξήσουν την ανθρώπινη ευτυχία πρέπει να επιζητούνε την αύξηση του θαυμασμού και την ελάττωση του φθόνου.
Τι φάρμακο υπάρχει για το φθόνο; Ο άγιος θα τον θεράπευε με την απάρνηση του εαυτού του, μολονότι ακόμα και ανάμεσα στους αγίους ο φθόνος για άλλους αγίους δεν είναι διόλου κάτι το αδύνατο. Δεν είμαι απόλυτα βέβαιος πως ο Άγιος Συμεών ο Στυλίτης, θα ένοιωθε μεγάλη χαρά μαθαίνοντας ότι ένας άλλος άγιος έμεινε περισσότερο καιρό επάνω σε πιο στενό στύλο. Αλλά αν αφήσουμε στην μπάντα τους αγίους, το μόνο αποτελεσματικό φάρμακο για τους συνηθισμένους άνδρες και γυναίκες είναι η ευτυχία. Και το κακό είναι ότι ο φθόνος αυτός καθαυτόν είναι ένα τρομερό εμπόδιο στην ευτυχία. Πιστεύω πως ο φθόνος αναπτύσσεται τεράστια από τις ατυχίες της παιδικής ηλικίας. Το παιδί που βλέπει έναν αδελφό του ή αδελφή του να τον προτιμάν απ’ αυτόν, αποκτά τη συνήθεια του φθόνου και όταν μεγαλώσει περιμένει καινούργιες αδικίες, που σαν έλθουν τις οσφραίνεται αμέσως και αν δεν έλθουν τις φαντάζεται. Ένας τέτοιος άνθρωπος είναι αναπόφευκτα δυστυχής και καταντάει αληθινή πληγή για τους φίλους του, που με όλη την καλή θέληση του κόσμου δεν μπορούν να του βγάλουν από το μυαλό ότι δεν έχουν καμιά προκατάληψη εναντίον του και καμιά διάθεση να τον πληγώσουν.
Έχοντας την έμμονη ιδέα πως κανείς δεν τον αγαπά, καταλήγει να δικαιώσει αυτή του την πεποίθηση με τη διαγωγή του. Ένα άλλο ατύχημα της παιδικής ηλικίας, που οδηγεί στο ίδιο αποτέλεσμα, είναι να έχει κανείς γονείς δίχως ίχνος τρυφερότητας. Ακόμα και δίχως να ’χει έναν αδελφό ή μια αδελφή άδικα ευνοούμενη από τους γονείς του, το παιδί που θα ιδεί πως άλλα παιδάκια αγαπιούνται περισσότερο από τους γονείς τους, θ’ αρχίσει να τα μισεί και αυτά και τους δικούς του γονείς και όταν μεγαλώσει θα νοιώθει σαν τον Ισμαήλ, γιο του Αβραάμ. Ορισμένα είδη ευτυχίας αποτελούν φυσικό δικαίωμα του κάθε ανθρώπου και εκείνος που θα τα στερηθεί δεν μπορεί παρά να γεμίσει από πίκρα και μνησικακία.
Μα ο φθονερός μπορεί ν’ απαντήσει: «Και τι μ’ ωφελεί που μου λέτε πως το φάρμακο του φθόνου είναι η ευτυχία; Εγώ δεν μπορώ να νοιώσω ευτυχία, όσο με τρώει ο φθόνος και σεις μου λέτε πως δε θα μπορέσω να πάψω να ’μαι φθονερός, όσο δε βρίσκω την ευτυχία». Μα η πραγματική ζωή έχει τη δική της λογική. Και μόνο να συνειδητοποιήσεις τις αιτίες του φθόνου, είναι ένα μεγάλο βήμα προς τη θεραπεία. Η συνήθεια να σκέπτεσαι με συγκρίσεις είναι ολέθρια. Κάθε γεγονός ευχάριστο πρέπει να το χαιρόμαστε στο ακέραιο, δίχως να σταματάμε για να σκεφθούμε ότι αυτή η ευχαρίστηση δεν είναι και τόσο μεγάλη, όσο εκείνη που μπορεί να χαίρεται κάποιος άλλος.
Για να βρει το δρόμο που θα τον έβγαζε απ’ αυτόν τον κόσμο της απελπισίας, ο άνθρωπος ο πολιτισμένος οφείλει να πλουτίσει την καρδιά του, όπως πλάτυνε το πνεύμα του. Οφείλει να μάθει να ξεπερνά τον εαυτό του και, κάνοντάς το να κατακτά την ελευθερία του σύμπαντος.