Είσαι ελεύθερος όταν μπορείς να απομακρυνθείς από τους ανθρώπους, χωρίς να σε υποχρεώνουν να τους αναζητείς η ανάγκη του χρήματος ή το ένστικτο του κοπαδιού ή η αγάπη, η δόξα, η περιέργεια, πράγματα που δεν βρίσκουν τροφή στη σιωπή και στη μοναξιά.
Αν σου είναι αδύνατο να ζήσεις μόνος, έχεις γεννηθεί σκλάβος. Μπορεί να έχεις όλες τις μεγαλοσύνες του πνεύματος κι όλες της ψυχής: είσαι ένας σκλάβος ευγενής, ένας δούλος έξυπνος, μα δεν είσαι ελεύθερος. Και δεν είσαι εσύ ο υπεύθυνος γι’ αυτήν την τραγωδία, διότι η τραγωδία του να έχεις γεννηθεί έτσι δεν αφορά εσένα μα το ίδιο το Πεπρωμένο απέναντι στον εαυτό του.
Αλίμονο σε σένα όμως αν είναι το φορτίο της ζωής, η ίδια η ζωή που σε σκλαβώνει. Αλίμονο σε σένα, που έχεις γεννηθεί ελεύθερος, αυτάρκης και ικανός να αποχωριστείς τους ανθρώπους, αν η φτώχεια σου σου επιβάλλει να ζεις μαζί τους. Αυτή μάλιστα, αυτή είναι η δική σου τραγωδία που κουβαλάς παντού μαζί σου.
Να γεννηθείς ελεύθερος — αυτή είναι η ύψιστη ανθρώπινη μεγαλοσύνη, αυτή που κάνει τον ταπεινό ερημίτη ανώτερο των βασιλέων, ανώτερο κι απ’ τους θεούς, που επαρκούν στον εαυτό τους ασκώντας την εξουσία τους κι όχι από περιφρόνηση απέναντι της.
Ο θάνατος είναι μια απελευθέρωση γιατί πεθαίνω σημαίνει παύω να έχω ανάγκη τους άλλους. Ο άμοιρος ο σκλάβος απελευθερώνεται αναγκαστικά από τις απολαύσεις του, από τις στεναχώριες του, από τη συνέχεια μιας ζωής που αδιάκοπα ποθούσε. Απελευθερώνεται κι ο βασιλιάς από τις κτήσεις που δεν ήθελε να απαρνηθεί. Αυτές που σκόρπιζαν τον έρωτα στο πέρασμά τους, απαλλάσσονται από τους θριάμβους που λάτρευαν. Και όσοι νίκησαν, απαλλάσσονται από τις νίκες για τις οποίες ανάλωσαν τη ζωή τους.
Γι’ αυτό και ο θάνατος εξευγενίζει και ντύνει με άγνωστα στολίδια αυτό το έρημο παράλογο κορμί. Είναι πλέον απελεύθερος κι ας μην το θέλει. Δεν είναι πια σκλάβος, κι ας κλαίει την απώλεια της σκλαβιάς του. Όπως ο βασιλιάς που η μεγαλύτερη δόξα του είναι ο βασιλικός του τίτλος, που σαν άνθρωπος μπορεί να είναι γελοίος, αλλά σαν βασιλιάς παραμένει ανώτερος όλων, έτσι κι ο νεκρός μπορεί να γίνεται τρομακτικός μα είναι ανώτερος διότι απελευθερώθηκε από το θάνατο.
Κλείνω, κουρασμένος, τα παντζούρια στα παράθυρά μου, αφήνω τον κόσμο απέξω, και αποκτώ για μια στιγμή την ελευθερία μου. Αύριο, θα είμαι σκλάβος πάλι· ωστόσο τώρα, μόνος, χωρίς την ανάγκη κανενός, με τον μοναδικό φόβο κάποιας φωνής ή παρουσίας που μπορεί να με διακόψει, κατακτώ τη μικρή μου ελευθερία, τις δικές μου στιγμές μεγαλοπρέπειας.
Χωμένος βαθιά στην πολυθρόνα μου, ξεχνώ τη ζωή που με πιέζει.
Δεν με πληγώνει πια, εκτός που μ’ έχει πολύ πληγώσει.
Φερνάντο Πεσσόα, Το βιβλίο της ανησυχίας
πηγη
Αν σου είναι αδύνατο να ζήσεις μόνος, έχεις γεννηθεί σκλάβος. Μπορεί να έχεις όλες τις μεγαλοσύνες του πνεύματος κι όλες της ψυχής: είσαι ένας σκλάβος ευγενής, ένας δούλος έξυπνος, μα δεν είσαι ελεύθερος. Και δεν είσαι εσύ ο υπεύθυνος γι’ αυτήν την τραγωδία, διότι η τραγωδία του να έχεις γεννηθεί έτσι δεν αφορά εσένα μα το ίδιο το Πεπρωμένο απέναντι στον εαυτό του.
Αλίμονο σε σένα όμως αν είναι το φορτίο της ζωής, η ίδια η ζωή που σε σκλαβώνει. Αλίμονο σε σένα, που έχεις γεννηθεί ελεύθερος, αυτάρκης και ικανός να αποχωριστείς τους ανθρώπους, αν η φτώχεια σου σου επιβάλλει να ζεις μαζί τους. Αυτή μάλιστα, αυτή είναι η δική σου τραγωδία που κουβαλάς παντού μαζί σου.
Να γεννηθείς ελεύθερος — αυτή είναι η ύψιστη ανθρώπινη μεγαλοσύνη, αυτή που κάνει τον ταπεινό ερημίτη ανώτερο των βασιλέων, ανώτερο κι απ’ τους θεούς, που επαρκούν στον εαυτό τους ασκώντας την εξουσία τους κι όχι από περιφρόνηση απέναντι της.
Ο θάνατος είναι μια απελευθέρωση γιατί πεθαίνω σημαίνει παύω να έχω ανάγκη τους άλλους. Ο άμοιρος ο σκλάβος απελευθερώνεται αναγκαστικά από τις απολαύσεις του, από τις στεναχώριες του, από τη συνέχεια μιας ζωής που αδιάκοπα ποθούσε. Απελευθερώνεται κι ο βασιλιάς από τις κτήσεις που δεν ήθελε να απαρνηθεί. Αυτές που σκόρπιζαν τον έρωτα στο πέρασμά τους, απαλλάσσονται από τους θριάμβους που λάτρευαν. Και όσοι νίκησαν, απαλλάσσονται από τις νίκες για τις οποίες ανάλωσαν τη ζωή τους.
Γι’ αυτό και ο θάνατος εξευγενίζει και ντύνει με άγνωστα στολίδια αυτό το έρημο παράλογο κορμί. Είναι πλέον απελεύθερος κι ας μην το θέλει. Δεν είναι πια σκλάβος, κι ας κλαίει την απώλεια της σκλαβιάς του. Όπως ο βασιλιάς που η μεγαλύτερη δόξα του είναι ο βασιλικός του τίτλος, που σαν άνθρωπος μπορεί να είναι γελοίος, αλλά σαν βασιλιάς παραμένει ανώτερος όλων, έτσι κι ο νεκρός μπορεί να γίνεται τρομακτικός μα είναι ανώτερος διότι απελευθερώθηκε από το θάνατο.
Κλείνω, κουρασμένος, τα παντζούρια στα παράθυρά μου, αφήνω τον κόσμο απέξω, και αποκτώ για μια στιγμή την ελευθερία μου. Αύριο, θα είμαι σκλάβος πάλι· ωστόσο τώρα, μόνος, χωρίς την ανάγκη κανενός, με τον μοναδικό φόβο κάποιας φωνής ή παρουσίας που μπορεί να με διακόψει, κατακτώ τη μικρή μου ελευθερία, τις δικές μου στιγμές μεγαλοπρέπειας.
Χωμένος βαθιά στην πολυθρόνα μου, ξεχνώ τη ζωή που με πιέζει.
Δεν με πληγώνει πια, εκτός που μ’ έχει πολύ πληγώσει.
Φερνάντο Πεσσόα, Το βιβλίο της ανησυχίας