Συχνά μας απασχολεί η έννοια της καλής ζωής – και είναι κάτι απόλυτα φυσιολογικό. Οφείλουμε να μας απασχολεί. Βρισκόμαστε συνεχώς αντιμέτωποι με αποφάσεις και επιλογές που πρέπει να γίνουν. Κάποιες είναι κρίσιμες, άλλες πάλι όχι, ο τρόπος ωστόσο που αποφασίζουμε σε κάθε περίπτωση εξαρτάται, τουλάχιστον σε μεγάλο βαθμό, από την εικόνα που έχουμε για την καλή ζωή.
Με απλά λόγια, επιθυμούμε ό,τι έχει ως αποτέλεσμα ή ό,τι διατηρεί την καλή ζωή. Πώς όμως προσδιορίζουμε τι είναι καλή ζωή; Πώς ξέρουμε ποια ζωή αξίζει να επιδιώξει κανείς; Μια πρώτη σκέψη είναι η εξής: Για να συλλάβουμε τι είναι καλή ζωή, φανταζόμαστε μια ζωή γεμάτη ευχάριστες και χρήσιμες εμπειρίες, από την οποία ταυτόχρονα απουσιάζουν οι ανούσιες καταστάσεις που μας προκαλούν αναστάτωση και αποστροφή.
Όσο κι αν μας καθοδηγεί η διαίσθησή μας, αν σκιαγραφήσουμε στο μυαλό μας την καλή ζωή, ίσως οδηγηθούμε σε λάθος δρόμο. Στην προσπάθειά μας να χωρέσουμε όσο το δυνατόν περισσότερο ενθουσιασμό, απόλαυση και ικανοποίηση στη ζωή που πλάθουμε με τον νου μας, κινδυνεύουμε να παραβλέψουμε μια σημαντική αλήθεια: το γεγονός πως ζωή σημαίνει κίνηση. Η ζωή δεν έχει απλώς τα πάνω και τα κάτω της· είναι τα πάνω και τα κάτω της. Ζωή είναι τόσο οι επιθυμίες που καταφέρνουμε να εκπληρώσουμε, όσο κι εκείνες που μένουν ανεκπλήρωτες. Είναι όσα κερδίζουμε, αλλά και όσα χάνουμε.
Είναι η ικανοποίηση που αισθανόμαστε όταν πετυχαίνουμε, αλλά και η απογοήτευση που βιώνουμε όταν αποτυγχάνουμε. Η ζωή προϋποθέτει αποτυχίες και στενοχώριες, όσο απαιτεί επιτυχίες και χαρές. Και αυτό ισχύει διότι η ζωή αποτελεί αδιαμφισβήτητα προσωπικό ζήτημα. Κανείς δεν μοιράζεται τη δική μου ζωή. Κανείς δεν μοιράζεται τη δική σου. Ό,τι άλλο κι αν συνεπάγεται μια καλή ζωή, πρέπει σε κάθε περίπτωση η ζωή αυτή να είναι δική σου. Δεν υπάρχει ωστόσο κανένας άλλος τρόπος για να σου ανήκει η ζωή σου από το να υφίστασαι τα σκαμπανεβάσματά της.
H ζωή σου σου ανήκει αν εσύ ο ίδιος είσαι ο δημιουργός της και το να δημιουργείς τη ζωή σου σημαίνει να προσπαθείς να κάνεις πράγματα για τον εαυτό σου. Σημαίνει να πασχίζεις να ανακαλύψεις τις προτιμήσεις σου και να τους δίνεις μορφή. Σημαίνει να επενδύεις ψυχικό και σωματικό σθένος στην επίτευξη των σχεδίων σου. Να αφοσιώνεσαι σε ορισμένους στόχους, ενώ άλλους να τους εγκαταλείπεις. Ζωή δεν σημαίνει μόνο να πετυχαίνει κάποιος τους στόχους του, να κάνει σημαντικά βήματα ή να συσσωρεύει επιβραβεύσεις.
Ζωή σημαίνει επίσης να ανακαλύπτει κανείς ποιους στόχους, ποια σημαντικά βήματα και ποια επιβράβευση αξίζει να επιδιώξει εξαρχής. Αναμφίβολα, μια τέτοια διαδικασία ανακάλυψης εμπεριέχει προσπάθεια, αγώνα, ακόμα και θυσίες. Κάθε ανακάλυψη ενέχει δοκιμασίες και λάθη. Προϋποθέτει να έρθουμε αντιμέτωποι με το άγνωστο και απαιτεί, τουλάχιστον κάποιες φορές, να ξεβολευτούμε και λίγο. Μια ζωή όπου θα κυριαρχεί η άμεση και διαρκής ικανοποίηση προϋποθέτει να παραβλέπει κανείς ένα βασικό συστατικό της, το οποίο σχετίζεται με την ανακάλυψη των προσωπικών αξιών και τη διαμόρφωση των προσωπικών δεσμεύσεων του καθενός.
Όποιος επιδιώκει διαρκώς την ευχαρίστηση εις βάρος της αλλαγής και της κινητικότητας εγκαταλείπει την πράξη της επιλογής και την ανάληψη ευθυνών· ουσιαστικά προδίδει τη ζωή όπως την ξέρουμε. Η ζωή συχνά είναι δύσκολη, αλλά γι’ αυτό ακριβώς αξίζει να τη ζούμε. Η προσωπική μας ευημερία είναι κάτι παραπάνω από το άθροισμα των θετικών εμπειριών μας. Όλοι αναζητούμε ευχάριστες εμπειρίες, όμως αυτό δεν είναι αρκετό. Λαχταράμε η ζωή μας να έχει κάποιο νόημα. Θέλουμε να είναι συναρπαστική. Απαιτούμε αυτονομία – θέλουμε να παίρνουμε μόνοι μας τις αποφάσεις μας.
Θέλουμε ανεξαρτησία, αλλά όχι απόλυτη απομόνωση. Αποζητούμε τον σεβασμό, την επιβεβαίωση και την αγάπη των άλλων. Επιδιώκουμε μια αίσθηση επιτυχίας – θέλουμε να νιώθουμε ότι έχουμε κατακτήσει ό,τι είναι σημαντικό για εμάς. Επιθυμούμε πολλά πράγματα στη ζωή μας – και πραγματικά έχουμε κάθε δικαίωμα. Συζητάμε συχνά για τα οφέλη που έχουν οι θετικές καταστάσεις, αλλά, δυστυχώς, αναφέρουμε σπάνια τη δυνατότητα που έχουν οι αρνητικές καταστάσεις να βελτιώσουν τις ζωές μας, ακόμα και να μας βοηθήσουν να αναπτυχθούμε. Όταν περιορίζουμε την οπτική μας σε θετικές καταστάσεις και αισθήματα (π.χ. ευχαρίστηση, χαρά, ενδιαφέρον, ελπίδα, εμπιστοσύνη), παραβλέπουμε το σύνολο των προοπτικών που μπορεί να μας προσφέρει ο πλούσιος ψυχολογικός μας κόσμος.
Τα θετικά αισθήματα είναι κάτι καλό, αλλά δεν είναι το άλφα και το ωμέγα της ζωής. Δεν είναι καν το αποκλειστικό συστατικό της ευτυχίας. Ερευνητές που αναζήτησαν τους παράγοντες που συντελούν στην ευτυχία ανακάλυψαν ότι ακόμα και πολύ χαρούμενοι άνθρωποι δεν είναι πάντοτε το ίδιο ευδιάθετοι. Παρόλο που σε γενικές γραμμές η διάθεσή τους ήταν πολύ θετική, οι ίδιοι αναφέρονταν περιστασιακά και σε αρνητικές καταστάσεις και αισθήματα. Ακόμα και οι πιο χαρούμενοι βιώνουν δυσάρεστες εμπειρίες. Και πώς θα ήταν δυνατόν το αντίθετο;
Δεν διαφέρουν από τους υπόλοιπους ανθρώπους. Αυτό ωστόσο που διαφοροποιεί τους πιο χαρούμενους από εμάς είναι το γεγονός ότι έχουν την ικανότητα να αντιμετωπίζουν τις αρνητικές εμπειρίες. Αυτές οι εμπειρίες ούτε ανακόπτουν ούτε εκτροχιάζουν τη ζωή τους. Δεν είναι η απουσία αρνητικών εμπειριών που τους κάνει ευτυχισμένους. Απεναντίας, είναι η ικανότητά τους να ανταποκρίνονται στα αρνητικά αισθήματα και να μαθαίνουν από αυτά. Παρατηρήστε για μια στιγμή τα μαύρα γράμματα που διαβάζετε αυτή τη στιγμή. Δεν είναι η παρουσία του φωτός που τα κάνει ορατά αλλά η απουσία του.
Τα βλέπετε επειδή απορροφούν το φως. Μάλιστα, όσο περισσότερο φως απορροφούν, τόσο καλύτερα τα βλέπετε. Αυτό που καθιστά δυνατή την ψευδαισθητική παρουσία του τριγώνου είναι μια απουσία: τα περιγράμματα του τριγώνου είναι ορατά μόνο και μόνο επειδή οι κύκλοι είναι ημιτελείς. Αν οι κύκλοι ολοκληρωθούν τα περιγράμματα εξαφανίζονται. Οι απουσίες μπορούν να αποκαλύψουν πολλά· δεν χρειάζεται να είναι όλα πάντοτε παρόντα. Η αίσθηση από τα ρούχα μας, που αγγίζουν το δέρμα μας, ή από τα γυαλιά μας, που ακουμπούν στα αφτιά και στη μύτη μας, περνάει λίγο ως πολύ απαρατήρητη κατά τη διάρκεια της μέρας.
Τα ρούχα και τα γυαλιά μας όμως τα φοράμε διαρκώς, ακουμπούν συνεχώς το σώμα μας. Οι μυρωδιές και οι ήχοι σε ένα εστιατόριο μπορεί αρχικά να μας συνεπάρουν, όμως μετά από λίγο υποχωρούν σε δεύτερο πλάνο. Όταν κάποτε είχα μετακομίσει σε έναν πολυσύχναστο δρόμο του Κέιμπριτζ της Μασαχουσέτης, θυμάμαι τον θόρυβο που επικρατούσε, ιδιαίτερα τη νύχτα. Η κίνηση στον δρόμο δεν με άφηνε να κοιμηθώ. Μετά από μια εβδομάδα, ωστόσο, προσαρμόστηκα. Ήταν λες και ο εγκέφαλός μου είχε εξαφανίσει την κίνηση. Πράγματι, αυτό συμβαίνει σε κάποιες περιπτώσεις.
Το φαινόμενο είναι γνωστό ως αισθητηριακή προσαρμογή και είναι απολύτως κατανοητό με όρους νευρολογίας. Οι λεπτομέρειες παραείναι επιστημονικές και μάλλον περιττές, αλλά σε γενικές γραμμές αυτό που συμβαίνει είναι το εξής: Όλοι οι ιστοί και τα όργανα του σώματός μας αποτελούνται από κύτταρα. Το ίδιο ισχύει και για το νευρικό μας σύστημα, το οποίο αποτελείται από δύο τύπους κυττάρων, τους νευρώνες και τα γλοιακά κύτταρα.
Τα γλοιακά κύτταρα είναι σημαντικά, αλλά στη συγκεκριμένη περίπτωση μπορούμε να τα αγνοήσουμε. Θεωρείται ότι οι νευρώνες είναι εκείνοι που κάνουν όλη τη δουλειά που σχετίζεται με τον εγκέφαλο. Η δουλειά τους είναι να αναγνωρίζουν τα δεδομένα, τόσο από τον εξωτερικό κόσμο όσο και από το ίδιο το σώμα, να αναλύουν αυτά τα δεδομένα και να αντιδρούν ανάλογα, αναλαμβάνοντας συχνά να παίξουν τον ρόλο του συντονιστή.
Αυτό που κάνει τους νευρώνες κατάλληλους για να επιτελούν τέτοιες περίπλοκες λειτουργίες είναι εν μέρει η μορφολογία τους – αντίθετα από άλλα κύτταρα στο σώμα μας που είναι κλειστά και αυτόνομα, οι νευρώνες εκτείνονται προς τα έξω και διακλαδίζονται Αν εστιάσουμε την προσοχή μας μόνο στους νευρώνες που είναι υπεύθυνοι για να αντιδρούν στα ερεθίσματα, ανακαλύπτουμε ότι προσλαμβάνουν πληροφορίες από το περιβάλλον και τις μετατρέπουν σε ένα σήμα που το νευρικό μας σύστημα μπορεί να αναγνωρίσει.
Πώς πραγματοποιείται, λοιπόν, αυτή η μετάφραση – αυτή η «μεταγωγή»; Η γρήγορη απάντηση είναι η εξής: με τη βοήθεια μικροσκοπικών πρωτεϊνικών μορίων, τα οποία επιτρέπουν σε φορτισμένα σωματίδια (ιόντα) είτε να μπουν είτε να βγουν από το νευρωνικό κύτταρο. Η εισροή και εκροή των ιόντων διαμορφώνει ένα ηλεκτρικό σήμα που ταξιδεύει σε όλο το μήκος του νευρωνικού κυττάρου και, με τη βοήθεια άλλων πρωτεϊνών και νευροδιαβιβαστών, μεταφέρεται σε άλλους νευρώνες. Ο κόσμος γύρω μας μιλάει στους νευρώνες μας, φορτία μετακινούνται στο νευρικό μας σύστημα, οι νευρώνες μας πιάνουν την κουβέντα, κι έτσι εμείς κάνουμε όλα τα –πιθανά και απίθανα– πράγματα που κάνουμε.
πηγη
Με απλά λόγια, επιθυμούμε ό,τι έχει ως αποτέλεσμα ή ό,τι διατηρεί την καλή ζωή. Πώς όμως προσδιορίζουμε τι είναι καλή ζωή; Πώς ξέρουμε ποια ζωή αξίζει να επιδιώξει κανείς; Μια πρώτη σκέψη είναι η εξής: Για να συλλάβουμε τι είναι καλή ζωή, φανταζόμαστε μια ζωή γεμάτη ευχάριστες και χρήσιμες εμπειρίες, από την οποία ταυτόχρονα απουσιάζουν οι ανούσιες καταστάσεις που μας προκαλούν αναστάτωση και αποστροφή.
Όσο κι αν μας καθοδηγεί η διαίσθησή μας, αν σκιαγραφήσουμε στο μυαλό μας την καλή ζωή, ίσως οδηγηθούμε σε λάθος δρόμο. Στην προσπάθειά μας να χωρέσουμε όσο το δυνατόν περισσότερο ενθουσιασμό, απόλαυση και ικανοποίηση στη ζωή που πλάθουμε με τον νου μας, κινδυνεύουμε να παραβλέψουμε μια σημαντική αλήθεια: το γεγονός πως ζωή σημαίνει κίνηση. Η ζωή δεν έχει απλώς τα πάνω και τα κάτω της· είναι τα πάνω και τα κάτω της. Ζωή είναι τόσο οι επιθυμίες που καταφέρνουμε να εκπληρώσουμε, όσο κι εκείνες που μένουν ανεκπλήρωτες. Είναι όσα κερδίζουμε, αλλά και όσα χάνουμε.
Είναι η ικανοποίηση που αισθανόμαστε όταν πετυχαίνουμε, αλλά και η απογοήτευση που βιώνουμε όταν αποτυγχάνουμε. Η ζωή προϋποθέτει αποτυχίες και στενοχώριες, όσο απαιτεί επιτυχίες και χαρές. Και αυτό ισχύει διότι η ζωή αποτελεί αδιαμφισβήτητα προσωπικό ζήτημα. Κανείς δεν μοιράζεται τη δική μου ζωή. Κανείς δεν μοιράζεται τη δική σου. Ό,τι άλλο κι αν συνεπάγεται μια καλή ζωή, πρέπει σε κάθε περίπτωση η ζωή αυτή να είναι δική σου. Δεν υπάρχει ωστόσο κανένας άλλος τρόπος για να σου ανήκει η ζωή σου από το να υφίστασαι τα σκαμπανεβάσματά της.
H ζωή σου σου ανήκει αν εσύ ο ίδιος είσαι ο δημιουργός της και το να δημιουργείς τη ζωή σου σημαίνει να προσπαθείς να κάνεις πράγματα για τον εαυτό σου. Σημαίνει να πασχίζεις να ανακαλύψεις τις προτιμήσεις σου και να τους δίνεις μορφή. Σημαίνει να επενδύεις ψυχικό και σωματικό σθένος στην επίτευξη των σχεδίων σου. Να αφοσιώνεσαι σε ορισμένους στόχους, ενώ άλλους να τους εγκαταλείπεις. Ζωή δεν σημαίνει μόνο να πετυχαίνει κάποιος τους στόχους του, να κάνει σημαντικά βήματα ή να συσσωρεύει επιβραβεύσεις.
Ζωή σημαίνει επίσης να ανακαλύπτει κανείς ποιους στόχους, ποια σημαντικά βήματα και ποια επιβράβευση αξίζει να επιδιώξει εξαρχής. Αναμφίβολα, μια τέτοια διαδικασία ανακάλυψης εμπεριέχει προσπάθεια, αγώνα, ακόμα και θυσίες. Κάθε ανακάλυψη ενέχει δοκιμασίες και λάθη. Προϋποθέτει να έρθουμε αντιμέτωποι με το άγνωστο και απαιτεί, τουλάχιστον κάποιες φορές, να ξεβολευτούμε και λίγο. Μια ζωή όπου θα κυριαρχεί η άμεση και διαρκής ικανοποίηση προϋποθέτει να παραβλέπει κανείς ένα βασικό συστατικό της, το οποίο σχετίζεται με την ανακάλυψη των προσωπικών αξιών και τη διαμόρφωση των προσωπικών δεσμεύσεων του καθενός.
Όποιος επιδιώκει διαρκώς την ευχαρίστηση εις βάρος της αλλαγής και της κινητικότητας εγκαταλείπει την πράξη της επιλογής και την ανάληψη ευθυνών· ουσιαστικά προδίδει τη ζωή όπως την ξέρουμε. Η ζωή συχνά είναι δύσκολη, αλλά γι’ αυτό ακριβώς αξίζει να τη ζούμε. Η προσωπική μας ευημερία είναι κάτι παραπάνω από το άθροισμα των θετικών εμπειριών μας. Όλοι αναζητούμε ευχάριστες εμπειρίες, όμως αυτό δεν είναι αρκετό. Λαχταράμε η ζωή μας να έχει κάποιο νόημα. Θέλουμε να είναι συναρπαστική. Απαιτούμε αυτονομία – θέλουμε να παίρνουμε μόνοι μας τις αποφάσεις μας.
Θέλουμε ανεξαρτησία, αλλά όχι απόλυτη απομόνωση. Αποζητούμε τον σεβασμό, την επιβεβαίωση και την αγάπη των άλλων. Επιδιώκουμε μια αίσθηση επιτυχίας – θέλουμε να νιώθουμε ότι έχουμε κατακτήσει ό,τι είναι σημαντικό για εμάς. Επιθυμούμε πολλά πράγματα στη ζωή μας – και πραγματικά έχουμε κάθε δικαίωμα. Συζητάμε συχνά για τα οφέλη που έχουν οι θετικές καταστάσεις, αλλά, δυστυχώς, αναφέρουμε σπάνια τη δυνατότητα που έχουν οι αρνητικές καταστάσεις να βελτιώσουν τις ζωές μας, ακόμα και να μας βοηθήσουν να αναπτυχθούμε. Όταν περιορίζουμε την οπτική μας σε θετικές καταστάσεις και αισθήματα (π.χ. ευχαρίστηση, χαρά, ενδιαφέρον, ελπίδα, εμπιστοσύνη), παραβλέπουμε το σύνολο των προοπτικών που μπορεί να μας προσφέρει ο πλούσιος ψυχολογικός μας κόσμος.
Τα θετικά αισθήματα είναι κάτι καλό, αλλά δεν είναι το άλφα και το ωμέγα της ζωής. Δεν είναι καν το αποκλειστικό συστατικό της ευτυχίας. Ερευνητές που αναζήτησαν τους παράγοντες που συντελούν στην ευτυχία ανακάλυψαν ότι ακόμα και πολύ χαρούμενοι άνθρωποι δεν είναι πάντοτε το ίδιο ευδιάθετοι. Παρόλο που σε γενικές γραμμές η διάθεσή τους ήταν πολύ θετική, οι ίδιοι αναφέρονταν περιστασιακά και σε αρνητικές καταστάσεις και αισθήματα. Ακόμα και οι πιο χαρούμενοι βιώνουν δυσάρεστες εμπειρίες. Και πώς θα ήταν δυνατόν το αντίθετο;
Δεν διαφέρουν από τους υπόλοιπους ανθρώπους. Αυτό ωστόσο που διαφοροποιεί τους πιο χαρούμενους από εμάς είναι το γεγονός ότι έχουν την ικανότητα να αντιμετωπίζουν τις αρνητικές εμπειρίες. Αυτές οι εμπειρίες ούτε ανακόπτουν ούτε εκτροχιάζουν τη ζωή τους. Δεν είναι η απουσία αρνητικών εμπειριών που τους κάνει ευτυχισμένους. Απεναντίας, είναι η ικανότητά τους να ανταποκρίνονται στα αρνητικά αισθήματα και να μαθαίνουν από αυτά. Παρατηρήστε για μια στιγμή τα μαύρα γράμματα που διαβάζετε αυτή τη στιγμή. Δεν είναι η παρουσία του φωτός που τα κάνει ορατά αλλά η απουσία του.
Τα βλέπετε επειδή απορροφούν το φως. Μάλιστα, όσο περισσότερο φως απορροφούν, τόσο καλύτερα τα βλέπετε. Αυτό που καθιστά δυνατή την ψευδαισθητική παρουσία του τριγώνου είναι μια απουσία: τα περιγράμματα του τριγώνου είναι ορατά μόνο και μόνο επειδή οι κύκλοι είναι ημιτελείς. Αν οι κύκλοι ολοκληρωθούν τα περιγράμματα εξαφανίζονται. Οι απουσίες μπορούν να αποκαλύψουν πολλά· δεν χρειάζεται να είναι όλα πάντοτε παρόντα. Η αίσθηση από τα ρούχα μας, που αγγίζουν το δέρμα μας, ή από τα γυαλιά μας, που ακουμπούν στα αφτιά και στη μύτη μας, περνάει λίγο ως πολύ απαρατήρητη κατά τη διάρκεια της μέρας.
Τα ρούχα και τα γυαλιά μας όμως τα φοράμε διαρκώς, ακουμπούν συνεχώς το σώμα μας. Οι μυρωδιές και οι ήχοι σε ένα εστιατόριο μπορεί αρχικά να μας συνεπάρουν, όμως μετά από λίγο υποχωρούν σε δεύτερο πλάνο. Όταν κάποτε είχα μετακομίσει σε έναν πολυσύχναστο δρόμο του Κέιμπριτζ της Μασαχουσέτης, θυμάμαι τον θόρυβο που επικρατούσε, ιδιαίτερα τη νύχτα. Η κίνηση στον δρόμο δεν με άφηνε να κοιμηθώ. Μετά από μια εβδομάδα, ωστόσο, προσαρμόστηκα. Ήταν λες και ο εγκέφαλός μου είχε εξαφανίσει την κίνηση. Πράγματι, αυτό συμβαίνει σε κάποιες περιπτώσεις.
Το φαινόμενο είναι γνωστό ως αισθητηριακή προσαρμογή και είναι απολύτως κατανοητό με όρους νευρολογίας. Οι λεπτομέρειες παραείναι επιστημονικές και μάλλον περιττές, αλλά σε γενικές γραμμές αυτό που συμβαίνει είναι το εξής: Όλοι οι ιστοί και τα όργανα του σώματός μας αποτελούνται από κύτταρα. Το ίδιο ισχύει και για το νευρικό μας σύστημα, το οποίο αποτελείται από δύο τύπους κυττάρων, τους νευρώνες και τα γλοιακά κύτταρα.
Τα γλοιακά κύτταρα είναι σημαντικά, αλλά στη συγκεκριμένη περίπτωση μπορούμε να τα αγνοήσουμε. Θεωρείται ότι οι νευρώνες είναι εκείνοι που κάνουν όλη τη δουλειά που σχετίζεται με τον εγκέφαλο. Η δουλειά τους είναι να αναγνωρίζουν τα δεδομένα, τόσο από τον εξωτερικό κόσμο όσο και από το ίδιο το σώμα, να αναλύουν αυτά τα δεδομένα και να αντιδρούν ανάλογα, αναλαμβάνοντας συχνά να παίξουν τον ρόλο του συντονιστή.
Αυτό που κάνει τους νευρώνες κατάλληλους για να επιτελούν τέτοιες περίπλοκες λειτουργίες είναι εν μέρει η μορφολογία τους – αντίθετα από άλλα κύτταρα στο σώμα μας που είναι κλειστά και αυτόνομα, οι νευρώνες εκτείνονται προς τα έξω και διακλαδίζονται Αν εστιάσουμε την προσοχή μας μόνο στους νευρώνες που είναι υπεύθυνοι για να αντιδρούν στα ερεθίσματα, ανακαλύπτουμε ότι προσλαμβάνουν πληροφορίες από το περιβάλλον και τις μετατρέπουν σε ένα σήμα που το νευρικό μας σύστημα μπορεί να αναγνωρίσει.
Πώς πραγματοποιείται, λοιπόν, αυτή η μετάφραση – αυτή η «μεταγωγή»; Η γρήγορη απάντηση είναι η εξής: με τη βοήθεια μικροσκοπικών πρωτεϊνικών μορίων, τα οποία επιτρέπουν σε φορτισμένα σωματίδια (ιόντα) είτε να μπουν είτε να βγουν από το νευρωνικό κύτταρο. Η εισροή και εκροή των ιόντων διαμορφώνει ένα ηλεκτρικό σήμα που ταξιδεύει σε όλο το μήκος του νευρωνικού κυττάρου και, με τη βοήθεια άλλων πρωτεϊνών και νευροδιαβιβαστών, μεταφέρεται σε άλλους νευρώνες. Ο κόσμος γύρω μας μιλάει στους νευρώνες μας, φορτία μετακινούνται στο νευρικό μας σύστημα, οι νευρώνες μας πιάνουν την κουβέντα, κι έτσι εμείς κάνουμε όλα τα –πιθανά και απίθανα– πράγματα που κάνουμε.