Υπάρχουν
ακόμα και αυτοπαρατηρητές αρκετά αθώοι που πιστεύουν πως υπάρχουν
«άμεσες βεβαιότητες» π.χ. σκέφτομαι… Αλλά θα το ξαναπώ εκατό φορές πως η
«άμεση βεβαιότητα», όπως και η «απόλυτη γνώση», ως «πράγμα καθεαυτό»,
περικλείουν μια contradictio in adjecto (αντίφαση)… αν αναλύσω τη λογική
διαδικασία που εκφράζεται με τη λέξη «σκέφτομαι», πετυχαίνω μια σειρά
από τολμηρές διαβεβαιώσεις, που η θεμελίωσή τους είναι δύσκολη και ίσως
αδύνατη,- π.χ., πως εγώ είμαι εκείνος που σκέφτεται, πως πρέπει εδώ να
υπάρχει κάτι το σκεπτόμενο, πως το «σκέπτεσθαι» είναι η δραστηριότητα
και το αποτέλεσμα ενός όντος, που το θεωρούμε ως αιτία, πως υπάρχει ένα
«εγώ», και πως τέλος έχει καθοριστεί τι πρέπει να νοούμε με το
«σκέπτεσθαι» – ότι δηλαδή ξέρω τι σημαίνει σκέπτεσθαι… Έτσι ο φιλόσοφος,
αντί γι’ αυτήν την «άμεση βεβαιότητα» περιπλέκεται με μια σειρά
μεταφυσικών ζητημάτων… «Από πού αντλώ την έννοια σκέπτεσθαι; Γιατί να
πιστεύω στην αιτία και στο αποτέλεσμα; Τι μου δίνει το δικαίωμα να μιλώ
για ένα εγώ… για ένα εγώ ως αιτία… για ένα εγώ ως διανοητική αιτία;»
Πέραν του Καλού και του Κακού,16
Κι ένα ακόμα χτύπημα:
Σχετικά με τη δεισιδαιμονία των διδασκάλων της Λογικής, θέλω να υπογραμμίσω ακόμη, δίχως να κυριευτώ από αποθάρρυνση, ένα μικρό γεγονός που αυτοί οι δεισιδαίμονες το ομολογούν με το στανιό. Δηλαδή πως η σκέψη έρχεται όταν «αυτή» θέλει κι όχι όταν «εγώ» θέλω, έτσι που αποτελεί παραποίηση των γεγονότων να ισχυριστούμε πως το υποκείμενο «εγώ» είναι η προϋπόθεση για το κατηγορούμενο «σκέπτομαι». Κάτι σκέπτεται, αλλά να πιστέψουμε πως αυτό το κάτι είναι το παλαιό και ξακουστό εγώ, είναι μια καθαρή υπόθεση, ένας ισχυρισμός ίσως, δεν είναι όμως οπωσδήποτε η «άμεση διαβεβαίωση».
Πέραν του Καλού και του Κακού, 17
Για να κατανοήσετε το απόσπασμα, απλώς προσπαθήστε για τριάντα δευτερόλεπτα να μη σκεφτείτε τίποτα… Αδύνατον, ε; Δεν μπορείτε να κλείσετε το διακόπτη της σκέψης. Το «εγώ» – αν υπάρχει κάτι τέτοιο – σίγουρα δεν μπορεί να ελέγξει το «σκέπτεσθαι». Εκείνο που για τόσους στοχαστές αποτελούσε ή αποτελεί «βεβαιότητα», για τον Νίτσε δεν είναι τίποτα περισσότερο από μια μεγάλη αβεβαιότητα, και μάλιστα, πηγή σφαλμάτων στα οποία θα σκοντάψουμε αργότερα.
πηγη
Πέραν του Καλού και του Κακού,16
Κι ένα ακόμα χτύπημα:
Σχετικά με τη δεισιδαιμονία των διδασκάλων της Λογικής, θέλω να υπογραμμίσω ακόμη, δίχως να κυριευτώ από αποθάρρυνση, ένα μικρό γεγονός που αυτοί οι δεισιδαίμονες το ομολογούν με το στανιό. Δηλαδή πως η σκέψη έρχεται όταν «αυτή» θέλει κι όχι όταν «εγώ» θέλω, έτσι που αποτελεί παραποίηση των γεγονότων να ισχυριστούμε πως το υποκείμενο «εγώ» είναι η προϋπόθεση για το κατηγορούμενο «σκέπτομαι». Κάτι σκέπτεται, αλλά να πιστέψουμε πως αυτό το κάτι είναι το παλαιό και ξακουστό εγώ, είναι μια καθαρή υπόθεση, ένας ισχυρισμός ίσως, δεν είναι όμως οπωσδήποτε η «άμεση διαβεβαίωση».
Πέραν του Καλού και του Κακού, 17
Για να κατανοήσετε το απόσπασμα, απλώς προσπαθήστε για τριάντα δευτερόλεπτα να μη σκεφτείτε τίποτα… Αδύνατον, ε; Δεν μπορείτε να κλείσετε το διακόπτη της σκέψης. Το «εγώ» – αν υπάρχει κάτι τέτοιο – σίγουρα δεν μπορεί να ελέγξει το «σκέπτεσθαι». Εκείνο που για τόσους στοχαστές αποτελούσε ή αποτελεί «βεβαιότητα», για τον Νίτσε δεν είναι τίποτα περισσότερο από μια μεγάλη αβεβαιότητα, και μάλιστα, πηγή σφαλμάτων στα οποία θα σκοντάψουμε αργότερα.