“Θυματοποιώ τον εαυτό μου για να νιώσω σημαντικός;”
” Έτσι είναι. Αποδεδειγμένο επιστημονικά! Οι άρρωστοι, οι προδομένοι, οι χωρισμένοι, όλοι αυτοί δεν είναι θύματα της ζωής; Όπου κι αν σταθούμε, το ίδιο ακριβώς συμβαίνει. Αν σκύψουμε το κεφάλι και παραδοθούμε, ξέρεις πόσο εύκολη γίνεται η ζωή μας;”
“Εύκολη;”, απόρησα.
“Ναι, εύκολη. ‘Ένας με κακή μοίρα, ένας κακομοίρης δηλαδή, τραβάει γύρω του πολλούς ανθρώπους που έχουν τη διάθεση να βοηθήσουν- άλλοι από θέση και άλλοι από φύση. Όμως τους ζητάει, τους τραβάει γύρω του, και έτσι δεν είναι μόνος. Ασχολούνται όλοι μαζί του. Σκύβουν πάνω από το πρόβλημά του, με σκοπό να μετριάσουν το βάρος. Γίνεται λοιπόν σημαντικός!
Απεναντίας, αν ένας άνθρωπος αποδεχθεί την δύσκολη μοίρα του και σηκώσει το κεφάλι προχωρώντας γενναία μπροστά, τότε δεν δηλώνει ότι έχει ανάγκη βοήθειας από κάποιον. Και μένει μόνος.
Πρόσεξε τώρα. Στην πρώτη περίπτωση, οι φιλεύσπλαχνοι κάποια στιγμή, βαριούνται, κουράζονται από την κακομοιριά, και βαθμιαία αποσύρονται. Εκεί το θύμα της ζωής θεωρεί ότι μέσα στην κατάρα του έμεινε επιπλέον και μόνος, και έτσι θυματοποιεί περισσότερο τον εαυτό του. Εγώ πονάω, εγώ είμαι μόνος, εγώ, εγώ, εγώ… Τόσο εγώ μαζεμένο σ’ έναν άνθρωπο μόνο σημαντικό τον κάνει να νιώθει. Τόσο σημαντικό, που ενδόμυχα θεωρεί και υποχρεωμένους τους γύρω του να παραμείνουν εκεί, γύρω του. Αργά αλλά σταθερά όλη η γη γυρίζει γύρω του.
Στη δεύτερη περίπτωση, έχουμε τον συνειδητοποιημένο άνθρωπο. Στην αρχή ο άνθρωπος αυτός δεν έχει βοηθούς, γιατί δεν έχει διακηρύξει με τη στάση του ότι τους έχει ανάγκη. Χαμογελάει και προχωράει μόνος του τον δύσκολο αυτό δρόμο, κάνοντας τα πόδια του δυνατότερα, αφού περπατάει μόνος του, τον νου του δυνατότερο, αφού σκέφτεται για τα πάντα μόνος του και, εν τέλει, γίνεται ένα δυνατό ον”
Όση ώρα μιλούσε, δεν κοιτούσα. Είχα αφήσει το βλέμμα μου να χαθεί μέσα στα αναμμένα φαναράκια, στις υφασμάτινες πεταλούδες, στα καταπράσινα φύλλα. Στο μικρό κομμάτι του σύμπαντος, όπου βρισκόμασταν. Αποτύπωνα κάθε της λέξη, σκεπτόμενη πόσο δίκιο είχε τελικά. Η παύση της ανάγκασε τα μάτια μου να επιστρέψουν στο πρόσωπο της.
“Και ξέρεις τι γίνεται τελικά; Ο άνθρωπος που έχει προχωρήσει μόνος του, που έχει πράξει πράγματα και που έχει δουλέψει με τον νου του, γίνεται μαγνήτης των ανθρώπων. Όταν ολοκληρώσει το έργο του, τότε δεν είναι πια μόνος. Έχει συνοδοιπόρους που τον θεωρούν σημαντικό γιατί είναι σημαντικός. Εσύ μέχρι τώρα έχεις διαλέξει τον δεύτερο δρόμο. Μην μου τα χαλάς στο τέλος!”
Αυτή ήταν η αλήθεια, τώρα το έβλεπα καθαρά. Πόσοι ήταν εκείνοι που μου εξέφραζαν τον θαυμασμό τους, κι εγώ θεωρούσα ότι δεν είχα κάνει κάτι για να τον αξίζω; Τώρα ήξερα τον λόγο.
πηγη
” Έτσι είναι. Αποδεδειγμένο επιστημονικά! Οι άρρωστοι, οι προδομένοι, οι χωρισμένοι, όλοι αυτοί δεν είναι θύματα της ζωής; Όπου κι αν σταθούμε, το ίδιο ακριβώς συμβαίνει. Αν σκύψουμε το κεφάλι και παραδοθούμε, ξέρεις πόσο εύκολη γίνεται η ζωή μας;”
“Εύκολη;”, απόρησα.
“Ναι, εύκολη. ‘Ένας με κακή μοίρα, ένας κακομοίρης δηλαδή, τραβάει γύρω του πολλούς ανθρώπους που έχουν τη διάθεση να βοηθήσουν- άλλοι από θέση και άλλοι από φύση. Όμως τους ζητάει, τους τραβάει γύρω του, και έτσι δεν είναι μόνος. Ασχολούνται όλοι μαζί του. Σκύβουν πάνω από το πρόβλημά του, με σκοπό να μετριάσουν το βάρος. Γίνεται λοιπόν σημαντικός!
Απεναντίας, αν ένας άνθρωπος αποδεχθεί την δύσκολη μοίρα του και σηκώσει το κεφάλι προχωρώντας γενναία μπροστά, τότε δεν δηλώνει ότι έχει ανάγκη βοήθειας από κάποιον. Και μένει μόνος.
Πρόσεξε τώρα. Στην πρώτη περίπτωση, οι φιλεύσπλαχνοι κάποια στιγμή, βαριούνται, κουράζονται από την κακομοιριά, και βαθμιαία αποσύρονται. Εκεί το θύμα της ζωής θεωρεί ότι μέσα στην κατάρα του έμεινε επιπλέον και μόνος, και έτσι θυματοποιεί περισσότερο τον εαυτό του. Εγώ πονάω, εγώ είμαι μόνος, εγώ, εγώ, εγώ… Τόσο εγώ μαζεμένο σ’ έναν άνθρωπο μόνο σημαντικό τον κάνει να νιώθει. Τόσο σημαντικό, που ενδόμυχα θεωρεί και υποχρεωμένους τους γύρω του να παραμείνουν εκεί, γύρω του. Αργά αλλά σταθερά όλη η γη γυρίζει γύρω του.
Στη δεύτερη περίπτωση, έχουμε τον συνειδητοποιημένο άνθρωπο. Στην αρχή ο άνθρωπος αυτός δεν έχει βοηθούς, γιατί δεν έχει διακηρύξει με τη στάση του ότι τους έχει ανάγκη. Χαμογελάει και προχωράει μόνος του τον δύσκολο αυτό δρόμο, κάνοντας τα πόδια του δυνατότερα, αφού περπατάει μόνος του, τον νου του δυνατότερο, αφού σκέφτεται για τα πάντα μόνος του και, εν τέλει, γίνεται ένα δυνατό ον”
Όση ώρα μιλούσε, δεν κοιτούσα. Είχα αφήσει το βλέμμα μου να χαθεί μέσα στα αναμμένα φαναράκια, στις υφασμάτινες πεταλούδες, στα καταπράσινα φύλλα. Στο μικρό κομμάτι του σύμπαντος, όπου βρισκόμασταν. Αποτύπωνα κάθε της λέξη, σκεπτόμενη πόσο δίκιο είχε τελικά. Η παύση της ανάγκασε τα μάτια μου να επιστρέψουν στο πρόσωπο της.
“Και ξέρεις τι γίνεται τελικά; Ο άνθρωπος που έχει προχωρήσει μόνος του, που έχει πράξει πράγματα και που έχει δουλέψει με τον νου του, γίνεται μαγνήτης των ανθρώπων. Όταν ολοκληρώσει το έργο του, τότε δεν είναι πια μόνος. Έχει συνοδοιπόρους που τον θεωρούν σημαντικό γιατί είναι σημαντικός. Εσύ μέχρι τώρα έχεις διαλέξει τον δεύτερο δρόμο. Μην μου τα χαλάς στο τέλος!”
Αυτή ήταν η αλήθεια, τώρα το έβλεπα καθαρά. Πόσοι ήταν εκείνοι που μου εξέφραζαν τον θαυμασμό τους, κι εγώ θεωρούσα ότι δεν είχα κάνει κάτι για να τον αξίζω; Τώρα ήξερα τον λόγο.