O Stephen Hawking πέθανε τις πρώτες πρωινές ώρες σε ηλικία 76 ετών. “Δεν υπάρχει Παράδεισος ή μεταθανάτια ζωή για χαλασμένα κομπιούτερ. Πρόκειται για ένα παραμύθι που απευθύνεται σε ανθρώπους που φοβούνται το σκοτάδι». Ας διαβάσουμε ένα απόσπασμα από το βιβλίο του: “Το Μεγάλο Σχέδιο” για τη φύση της πραγματικότητας;.
Τι είναι πραγματικό, λοιπόν, το πτολεμαϊκό ή το κοπερνίκειο σύστημα;
Αν και πολλοί πιστεύουν πως ο Κοπέρνικος απέδειξε ότι ο Πτολεμαίος έσφαλλε, αυτό δεν ισχύει. Όπως και στην περίπτωση της κανονικής οπτικής μας έναντι εκείνης του χρυσόψαρου, θα μπορούσε κανείς να χρησιμοποιήσει οποιαδήποτε από τις δύο παραπάνω απεικονίσεις ως μοντέλο του Σύμπαντος, καθώς οι δικές μας παρατηρήσεις των ουρανών μπορούν να εξηγηθούν υιοθετώντας το μοντέλο της ακινησίας είτε της Γης είτε του Ήλιου. Παρά τον ρόλο του στις φιλοσοφικές έριδες σχετικά με τη φύση του Σύμπαντος, το πραγματικό πλεονέκτημα του κοπερνίκειου συστήματος έγκειται απλώς στο ότι οι εξισώσεις κίνησης είναι πολύ απλούστερες σε ένα σύστημα αναφοράς όπου ο Ήλιος ακινητεί.
Ένα άλλο είδος εναλλακτικής πραγματικότητας βρίσκουμε στην ταινία επιστημονικής φαντασίας The Matrix, όπου η ανθρωπότητα ζει, δίχως να το γνωρίζει, σε μια προσομοιωμένη εικονική πραγματικότητα δημιουργημένη από ευφυείς υπολογιστές, προκειμένου οι άνθρωποι να διατηρούνται σε μια κατάσταση μακάριας ικανοποίησης, ενώ οι υπολογιστές τούς στραγγίζουν από τη βιοηλεκτρική τους ενέργεια —ό,τι, τέλος πάντων, σημαίνει αυτό. Μια τέτοια σύλληψη ενδέχεται να μην είναι και τόσο τραβηγμένη, αν λάβουμε υπόψη μας όλους αυτούς που προτιμούν να περνούν την ώρα τους στην προσομοιωμένη πραγματικότητα διαδικτυακών τόπων, όπως το Second Life.
Πώς ξέρουμε ότι δεν είμαστε απλώς οι χαρακτήρες μιας υπολογιστικής σαπουνόπερας; Αν ζούσαμε σε έναν συνθετικό φανταστικό κόσμο, τα γεγονότα δεν θα είχαν απαραίτητα καμία λογική ή συνέπεια, ούτε και θα υπάκουαν σε νόμους. Οι εξωγήινοι που θα μας ήλεγχαν μπορεί να το έβρισκαν πιο ενδιαφέρον ή διασκεδαστικό να παρακολουθούν τις αντιδράσεις μας όταν θα βλέπαμε, για παράδειγμα, την πανσέληνο να σκίζεται στη μέση ή καθέναν που ακολουθεί δίαιτα να αναπτύσσει μια ακατάσχετη όρεξη για τούρτες.
Αν όμως οι εξωγήινοι επέβαλλαν νόμους με συνέπεια, δεν θα υπήρχε τρόπος να διακρίνουμε το κατά πόσον θα μπορούσε να υπάρχει μια άλλη πραγματικότητα πίσω από την προσομοιωμένη εκδοχή της. Στην περίπτωση αυτή, εύκολα θα χαρακτηρίζαμε τον κόσμο των εξωγήινων «αληθινό» και τον συνθετικό κόσμο «ψεύτικο». Αν όμως τα πλάσματα στον προσομοιωμένο κόσμο —όπως και εμείς— δεν είχαν τη δυνατότητα να παρατηρήσουν από έξω το σύμπαν τους, δεν θα υπήρχε κανένας λόγος να αμφιβάλλουν σχετικά με τις δικές τους απεικονίσεις της πραγματικότητας. Πρόκειται για τη σύγχρονη εκδοχή της ιδέας ότι όλοι είμαστε μυθολογήματα στο όνειρο κάποιου άλλου.
Τα παραπάνω παραδείγματα μας οδηγούν σε ένα συμπέρασμα το οποίο θα αποδειχθεί σημαντικό στο πλαίσιο του βιβλίου: Δεν υπάρχει έννοια της πραγματικότητας ανεξάρτητη από κάποια απεικόνιση ή μια θεωρία. Αντίθετα, εμείς θα υιοθετήσουμε την ιδέα την οποία θα ονομάσουμε «ρεαλισμό κατά το μοντέλο» —δηλαδή, ότι μια φυσική θεωρία ή ένα κοσμοείδωλο δεν είναι παρά ένα μοντέλο (μαθηματικού χαρακτήρα, γενικά) και ένα σύνολο κανόνων που συνδέουν τα στοιχεία του μοντέλου με τις παρατηρήσεις. Αυτό μας προσφέρει ένα πλαίσιο για την ερμηνεία της σύγχρονης επιστήμης.
Από την εποχή του Πλάτωνα και εξής, οι φιλόσοφοι ερίζουν σχετικά με τη φύση της πραγματικότητας. Η κλασική επιστήμη βασίζεται στην πεποίθηση ότι υπάρχει ένας πραγματικός κόσμος έξω από εμάς, με ιδιότητες συγκεκριμένες και ανεξάρτητες από τον παρατηρητή ο οποίος τις συλλαμβάνει. Σύμφωνα με την κλασική επιστήμη, κάποια αντικείμενα υπάρχουν και διαθέτουν φυσικές ιδιότητες (όπως ταχύτητα και μάζα) με καλώς ορισμένες τιμές.
Κατά την άποψη αυτή, οι θεωρίες μας συνιστούν απόπειρες περιγραφής των εν λόγω αντικειμένων και των ιδιοτήτων τους, οι δε μετρήσεις και οι αισθητήριες αντιλήψεις μας αντιστοιχούν σε αυτές. Τόσο ο παρατηρητής όσο και το παρατηρούμενο αντικείμενο ανήκουν σε έναν κόσμο με αντικειμενική ύπαρξη, και κάθε διάκριση ανάμεσά τους δεν είναι παρά συμβατική.
Με άλλα λόγια, αν δούμε ένα κοπάδι ζέβρες να μαλώνουν για μια θέση στο παρκινγκ, αυτό θα σημαίνει ότι ένα κοπάδι ζέβρες όντως μαλώνουν για μια θέση στο παρκινγκ. Κάθε άλλος παρατηρητής που θα σταθεί για να κοιτάξει, θα μετρήσει τις ίδιες ιδιότητες- και το κοπάδι θα διαθέτει αυτές τις ιδιότητες είτε αποτελέσει είτε όχι αντικείμενο παρατήρησης. Στη φιλοσοφία, η πεποίθηση αυτή ονομάζεται ρεαλισμός (ή πραγματοκρατία).
Stephen Hawking & Leonard Mlodinow, Το Μεγάλο Σχέδιο.
Τι είναι πραγματικό, λοιπόν, το πτολεμαϊκό ή το κοπερνίκειο σύστημα;
Αν και πολλοί πιστεύουν πως ο Κοπέρνικος απέδειξε ότι ο Πτολεμαίος έσφαλλε, αυτό δεν ισχύει. Όπως και στην περίπτωση της κανονικής οπτικής μας έναντι εκείνης του χρυσόψαρου, θα μπορούσε κανείς να χρησιμοποιήσει οποιαδήποτε από τις δύο παραπάνω απεικονίσεις ως μοντέλο του Σύμπαντος, καθώς οι δικές μας παρατηρήσεις των ουρανών μπορούν να εξηγηθούν υιοθετώντας το μοντέλο της ακινησίας είτε της Γης είτε του Ήλιου. Παρά τον ρόλο του στις φιλοσοφικές έριδες σχετικά με τη φύση του Σύμπαντος, το πραγματικό πλεονέκτημα του κοπερνίκειου συστήματος έγκειται απλώς στο ότι οι εξισώσεις κίνησης είναι πολύ απλούστερες σε ένα σύστημα αναφοράς όπου ο Ήλιος ακινητεί.
Ένα άλλο είδος εναλλακτικής πραγματικότητας βρίσκουμε στην ταινία επιστημονικής φαντασίας The Matrix, όπου η ανθρωπότητα ζει, δίχως να το γνωρίζει, σε μια προσομοιωμένη εικονική πραγματικότητα δημιουργημένη από ευφυείς υπολογιστές, προκειμένου οι άνθρωποι να διατηρούνται σε μια κατάσταση μακάριας ικανοποίησης, ενώ οι υπολογιστές τούς στραγγίζουν από τη βιοηλεκτρική τους ενέργεια —ό,τι, τέλος πάντων, σημαίνει αυτό. Μια τέτοια σύλληψη ενδέχεται να μην είναι και τόσο τραβηγμένη, αν λάβουμε υπόψη μας όλους αυτούς που προτιμούν να περνούν την ώρα τους στην προσομοιωμένη πραγματικότητα διαδικτυακών τόπων, όπως το Second Life.
Πώς ξέρουμε ότι δεν είμαστε απλώς οι χαρακτήρες μιας υπολογιστικής σαπουνόπερας; Αν ζούσαμε σε έναν συνθετικό φανταστικό κόσμο, τα γεγονότα δεν θα είχαν απαραίτητα καμία λογική ή συνέπεια, ούτε και θα υπάκουαν σε νόμους. Οι εξωγήινοι που θα μας ήλεγχαν μπορεί να το έβρισκαν πιο ενδιαφέρον ή διασκεδαστικό να παρακολουθούν τις αντιδράσεις μας όταν θα βλέπαμε, για παράδειγμα, την πανσέληνο να σκίζεται στη μέση ή καθέναν που ακολουθεί δίαιτα να αναπτύσσει μια ακατάσχετη όρεξη για τούρτες.
Αν όμως οι εξωγήινοι επέβαλλαν νόμους με συνέπεια, δεν θα υπήρχε τρόπος να διακρίνουμε το κατά πόσον θα μπορούσε να υπάρχει μια άλλη πραγματικότητα πίσω από την προσομοιωμένη εκδοχή της. Στην περίπτωση αυτή, εύκολα θα χαρακτηρίζαμε τον κόσμο των εξωγήινων «αληθινό» και τον συνθετικό κόσμο «ψεύτικο». Αν όμως τα πλάσματα στον προσομοιωμένο κόσμο —όπως και εμείς— δεν είχαν τη δυνατότητα να παρατηρήσουν από έξω το σύμπαν τους, δεν θα υπήρχε κανένας λόγος να αμφιβάλλουν σχετικά με τις δικές τους απεικονίσεις της πραγματικότητας. Πρόκειται για τη σύγχρονη εκδοχή της ιδέας ότι όλοι είμαστε μυθολογήματα στο όνειρο κάποιου άλλου.
Τα παραπάνω παραδείγματα μας οδηγούν σε ένα συμπέρασμα το οποίο θα αποδειχθεί σημαντικό στο πλαίσιο του βιβλίου: Δεν υπάρχει έννοια της πραγματικότητας ανεξάρτητη από κάποια απεικόνιση ή μια θεωρία. Αντίθετα, εμείς θα υιοθετήσουμε την ιδέα την οποία θα ονομάσουμε «ρεαλισμό κατά το μοντέλο» —δηλαδή, ότι μια φυσική θεωρία ή ένα κοσμοείδωλο δεν είναι παρά ένα μοντέλο (μαθηματικού χαρακτήρα, γενικά) και ένα σύνολο κανόνων που συνδέουν τα στοιχεία του μοντέλου με τις παρατηρήσεις. Αυτό μας προσφέρει ένα πλαίσιο για την ερμηνεία της σύγχρονης επιστήμης.
Από την εποχή του Πλάτωνα και εξής, οι φιλόσοφοι ερίζουν σχετικά με τη φύση της πραγματικότητας. Η κλασική επιστήμη βασίζεται στην πεποίθηση ότι υπάρχει ένας πραγματικός κόσμος έξω από εμάς, με ιδιότητες συγκεκριμένες και ανεξάρτητες από τον παρατηρητή ο οποίος τις συλλαμβάνει. Σύμφωνα με την κλασική επιστήμη, κάποια αντικείμενα υπάρχουν και διαθέτουν φυσικές ιδιότητες (όπως ταχύτητα και μάζα) με καλώς ορισμένες τιμές.
Κατά την άποψη αυτή, οι θεωρίες μας συνιστούν απόπειρες περιγραφής των εν λόγω αντικειμένων και των ιδιοτήτων τους, οι δε μετρήσεις και οι αισθητήριες αντιλήψεις μας αντιστοιχούν σε αυτές. Τόσο ο παρατηρητής όσο και το παρατηρούμενο αντικείμενο ανήκουν σε έναν κόσμο με αντικειμενική ύπαρξη, και κάθε διάκριση ανάμεσά τους δεν είναι παρά συμβατική.
Με άλλα λόγια, αν δούμε ένα κοπάδι ζέβρες να μαλώνουν για μια θέση στο παρκινγκ, αυτό θα σημαίνει ότι ένα κοπάδι ζέβρες όντως μαλώνουν για μια θέση στο παρκινγκ. Κάθε άλλος παρατηρητής που θα σταθεί για να κοιτάξει, θα μετρήσει τις ίδιες ιδιότητες- και το κοπάδι θα διαθέτει αυτές τις ιδιότητες είτε αποτελέσει είτε όχι αντικείμενο παρατήρησης. Στη φιλοσοφία, η πεποίθηση αυτή ονομάζεται ρεαλισμός (ή πραγματοκρατία).
Stephen Hawking & Leonard Mlodinow, Το Μεγάλο Σχέδιο.